Στην εικοστή εκδοχή του Rally Monte Carlo Historique, που εκκίνησε στις 25 Ιανουαρίου και τερμάτισε την 1 Φεβρουαρίου, πήραν μέρος 330 πληρώματα.
Ανάμεσά τους με το νούμερο 110 στις πόρτες ένα GOLF MKI. Οι Γιώργος Δελαπόρτας – Πέτρος Βασιλόπουλος, παρά τις δυσκολίες και τις ατυχίες που είχαν πριν ξεκινήσει ουσιαστικά ο αγώνας, δεν το έβαλαν κάτω και καταφέρανε να τερματίσουν αυτό το, ομολογουμένως, απαιτητικό ράλλυ στην 55η θέση και πρώτοι ανάμεσα στους Έλληνες.
Παρακάτω μοιραζόμαστε μαζί σας την φετινή τους εμπειρία, όπως την περιέγραψε ο οδηγός στο φόρουμ του historicaring:
Ξεκινήσαμε από την Φρανκφούρτη, καθώς η Βαρκελώνη και η Ριμς είχαν γεμίσει από συμμέτοχες 3 βδομάδες πριν το deadline, και έτσι αναγκαστήκαμε να πάμε στο εξωτικό Bad Homburg. Εκκίνηση, λοιπόν, στις 14:20 και έτοιμοι να διασχίσουμε 1.242 χλμ μέχρι την ανασυγκρότηση, από οπού θα ξεκινούσαν οι ειδικές από την πόλη της Digne. Αφού οδηγήσαμε μέσα από τους χωριατόδρομους όλο το πρωί και το βράδυ χωρίς διάλειμμα, μόνο με κάτι μισάωρα ύπνου στα διάφορα κοντρόλ, 50 χλμ πριν την Digne παρατηρώ το βολτόμετρο να έχει πέσει στα 12 V. Σταματάμε να δούμε την συμβαίνει και εκεί ξεκινάει η οδύσσεια μας. Ενώ αλλάζουμε τον αυτόματο του δυναμό, πάλι δεν φόρτιζε και έτσι είχαμε ένα τεράστιο πρόβλημα. Δεύτερο δυναμό που να κάνει για γκολφ δεν κουβάλαγε κάνεις μαζί και, παρόλο που πήραμε γνωστούς και φίλους μέσα από τον αγώνα, δεν είχε κάνεις κανένα ίδιο που να μας έκανε. Από την μεριά μας είχαμε καλύψει την απόσταση γρήγορα ως εκεί (είναι πιο χαλαρά με το χρόνο αυτά τα κομμάτια πριν τον αγώνα), περίπου 2 ώρες νωρίτερα και έπρεπε να βρούμε λύση, είτε επιτόπου, είτε να μας περιμένει το βράδυ στο Μονακό.
Δυστυχώς, όμως, ήταν Σάββατο και η μέρα αυτή για την επαρχία της Γαλλίας, είναι σαν Κυριακή. Ρωτώντας διάφορους περαστικούς, ψάχναμε μάταια να βρούμε κάποιο συνεργείο ανοιχτό και, με ότι βολτ μας είχαν μείνει, περιφερόμασταν γύρω γύρω αλλά μάταια. Όλα κλειστά και ούτε τηλεφωνά δεν σήκωναν, ώσπου περάσαμε έξω από μια μάντρα/συνεργείο, που είχε ένα γκολφ ΜΚI παρατημένο και τότε νομίσαμε ότι η τύχη μας χαμογέλασε. Πιστέψαμε ότι πραγματικά συνωμότησε το σύμπαν να συνεχίσουμε τον αγώνα μας και, αφού ήρθαν έτσι τα πράγματα, γιατί όχι να φύγουμε και με κούπα. Βλέπω στο συνεργείο και δεν υπάρχει κάνεις, παίρνω τηλέφωνο μπας και έχει καμιά προώθηση, αλλά τίποτα και έτσι, τελευταία λύση, πηδάω την μάντρα και μπαίνω μέσα. Πάω να ανοίξω κάποια πόρτα ή το καπό αλλά τίποτα. Το αμάξι ήταν κίτρινο και στις ασφάλειες είχε theme ζάρι και νεκροκεφαλές. Γ@#$%ο, λέω, τόσο κοντά είμαστε. Τι κάνουμε τώρα; Να μείνουμε ευγενικοί και να χάσουμε τον αγώνα πριν ακόμα ξεκινήσει ή να σπάσουμε το τζάμι και να το ανοίξουμε; Είμαστε τόσο κοντά σε αυτό που θέλαμε, στην μέση του πουθενά και δυστυχώς δεν είχαμε άλλη εναλλακτική, γιατί κάνεις δεν είχε δυναμό να μας διαθέσει. Τι κάνουμε, τι κάνουμε… πάμε, λέω θα το σπάσουμε. Αφού ξαναπηδάω την μάντρα και πάω αποφασισμένος δίπλα στο γκολφ, σκάει το βανάκι του ιδιοκτήτη με χειρόφρενα και βγαίνει έξω μια “ντουλάπα”, σαν harley-ας, με μούσια μέχρι την κοιλιά και σκουλαρίκια. Βγαίνει και ο συνοδηγός του και λέω από μέσα μου “Καλώς τα παιδιά…”. Ευτυχώς δεν το είχα σπάσει, γιατί θα μας στέλνανε νοσοκομείο. Του λέει ο Πέτρος με τα γαλλικά του να τον ηρεμήσει, ότι θέλουμε δυναμό επειγόντως και ότι κοιτάζαμε το κίτρινο αν είχε κάτι παρόμοιο, άλλα συνέχιζε να μας κοιτάει αγριεμένα. Αρχίζω τα γάλλο-αγγλικά μπας και μας λυπηθεί και, αφού τον ηρεμήσαμε λέγοντάς του ότι θα το πληρώσουμε, μας λέει ότι δεν έχει δυναμό, γιατί το κίτρινο δεν έχει μοτέρ μέσα. Άι………. μ@#$%α, λέμε, χάσαμε 10 λεπτά να σε παρακαλάμε και έχουμε να μπούμε στο ΣΕΧ σε 30 λεπτά, και πηδάμε τρέχοντας να φύγουμε. Όπως πηγαίναμε, λοιπόν, για το ΣΕΧ περνάμε από ένα carrefour που είχε ένα κατάστημα με είδη αυτοκινήτου και μπαίνουμε μέσα αφηνιασμένοι, σαν να το ληστεύαμε. Είχαμε λιγότερο από 20 λεπτά για 7 χλμ σε μια πόλη που δεν ξέραμε. Ρωτάμε “δυναμό έχετε;” “Αμέ”, λέει, “για ποιο μοντέλο;” Ωπ… κοιταχτήκαμε με τον Πέτρο με χαρά, λέμε σωθήκαμε. Του λέμε “για Golf MKI”, “Ποιο έτος μας λέει;”, “1979” του απαντάμε. Κοιτάει εκεί το κομπιούτερ για 5 λεπτά και λέει “δεν έχω για 1979. Έχω για 1981.”, “Ε”, του λέμε, “μια χαρά είναι και αυτό, φερτό θα το πάρουμε.”, “Ααα”, απαντάει, “δεν το έχω εδώ. Θα το παραγγείλω και θα είναι εδώ μετά από 4-5 μέρες.” “Άι……….. μ@#$%α και εσύ” και αρχίζουμε και τρέχουμε να πάρουμε μια καινούργια μπαταριά 77amp μαζί με ένα booster. Πληρώνουμε και αρχίζουμε και τρέχουμε, γιατί έμεναν 9 λεπτά ακόμα. Η μίζα είχε ήδη αρχίσει να βαραίνει, άλλα είχε δύναμη να μας πάει λίγο ακόμα.
Μπαίνουμε και βγαίνουμε απ’ το ΣΕΧ στο χρόνο μας, ενώ στο μεταξύ είχε σημάνει συναγερμός στην Αθηνά, να μας βρούνε καινούργιο δυναμό και να μας το φέρουνε με το πρώτο αεροπλάνο. Κοντινότερο αεροδρόμιο το Μιλάνο, και, εκτός από το δυναμό, έπρεπε να βρούμε και τον εθελοντή που θα έπρεπε σε 3 ώρες να πάρει το δυναμό και να πετάξει για Μιλάνο μέσω Ρώμης. Ευτυχώς ο φίλος Γιάννης, μας στάθηκε και προσφέρθηκε να ταλαιπωρηθεί για εμάς, και ξεκίνησε να έρθει. Εμείς, από την άλλη, αφού φύγαμε από το ΣΕΧ, έπρεπε να διανύσουμε 45 χλμ μέχρι την ειδική και άλλα 150 χλμ μετά, μέχρι το Μονακό. Ήταν 16:30 και είχαμε ήδη βγάλει 24 ώρες στο τιμόνι και είχαμε κάνει σχεδόν 1.000 χλμ, ώσπου 10 χλμ πριν την ειδική η παλιά μπαταριά τα έφτυσε απότομα. Δεν το περίμενα, γιατί ευελπιστούσαμε ότι τα μπουζί δεν καταναλώνουν πολύ και θα άντεχε να μας βγάλει, αλλά έπεσε απότομα η μπαταριά από τα 10 Vστα 8 V και πέθαναν όλα. Αλλάζουμε, λοιπόν, μπαταριά και ξεκινάμε για την ειδική. Είμαστε πολύ προσεχτικοί, γιατί πρώτον δεν είχαμε άλλη μπαταριά μαζί και δεύτερον το booster ήθελε να φορτίσει πρώτα, γιατί ήταν καινούργιο. Στην ειδική αρχίζει το ψιλόβροχο, αλλά δεν μπορούσαμε να ανάψουμε καθαριστήρες για οικονομία και φυσικά προσπαθούσαμε να μην πατάμε και πολύ σε διάρκεια φρένο, γιατί και αυτό έχει κατανάλωση μέσα από τα φώτα. Τελειώνει ευτυχώς η ειδική και δεν είχε νυχτώσει ακόμα, αλλά μας έμεναν άλλα 100 σφιχτά χλμ μέχρι το Μονακό με βροχή. Πιάνουμε, λοιπόν, ένα τροχόσπιτο, στην αρχή, από πίσω, για να μας καλύπτει σε περίπτωση αστυνομίας, και στη συνέχεια βρήκαμε τον Λαδόπουλο με το Escort και κολλήσαμε από πίσω του με κλειστά τα φώτα. Μέσα στην βροχή οδηγήσαμε για 100 χλμ, χρησιμοποιώντας τους καθαριστήρες σχεδόν κάθε 10 λεπτά και κάναμε τον σταυρό μας να καταφέρουμε να φτάσουμε χωρίς να μείνουμε στα βουνά. Σε αυτό το σημείο, λοιπόν, η ψυχολογία μας και τα όνειρά μας ήταν στο ναδίρ και, ενώ πραγματικά είχαμε ξεπεράσει τα όρια μας, είπαμε δεν θα το βάλουμε κάτω, ΔΕΝ ΤΑ ΠΑΡΑΤΑΜΕ ΠΟΤΕ.
Φτάνουμε, λοιπόν, στο Μονακό στις 19:00, τρώμε κάτι γρήγορα, γιατί είχαμε να φάμε από την Γερμανία, και ξεκινάμε στις 21:00, με δανεικό αμάξι, να πάμε στο Μιλάνο, όπoυ θα έφτανε ο Γιάννης με το δυναμό. Κάναμε 350 χλμ ως εκεί, και άλλα τόσα να γυρίσουμε, με σκ@τοκαιρο και χιόνι, που όποιος έχει κάνει την διαδρομή αυτή ξέρει τι εννοώ, και φτάνουμε στο Μονακό στις 4 το πρωί, έχοντας κάνει 1240+700= 1940 χλμ σε 38 ώρες, με 2 ώρες ύπνο στα πεταχτά, και ακόμη δεν είχε ξεκινήσει ο αγώνας με τις ειδικές. Με άλλα λόγια, είναι σαν να έχεις κάνει ενάμιση 24ωρο ΣΙΣΑ και μετά να πεταχτείς μια Θεσσαλονίκη. Φτάνουμε στο Μονακό, λοιπόν, και κοιμόμαστε μέχρι τις 7:00, γιατί 7:44 παίρναμε εκκίνηση.
Κατεβαίνουνε από τη ράμπα της εκκίνησης και το ferme, και ξεκινάμε να αλλάζουμε δυναμό. Έλα που το γ@#$%&ο δεν ήταν το ίδιο και ήθελε άλλη βίδα και άλλο σπείρωμα. Είχε πιο χοντρή βάση και η δικιά του ήταν με σπείρωμα, ενώ το χαλασμένο με περαστή. Ε ρε άτιμο, λέμε, τι άλλο θα μας βρει, και αφού προσπαθούσαμε, μας λυπήθηκε ο Θεός και μας έστειλε έναν σωτήρα. Ένα φορτηγάκι με σέρβις, που ήταν 40 μέτρα μακριά, ήρθε να μας χαζέψει και μας λέει “ένα λεπτό έχω εγώ” και πάει και μας φέρνει ακριβώς την βίδα που ψάχναμε. Αυτός ο άνθρωπος έκανε σέρβις σε έναν άλλο αγωνιζόμενο με γκολφ και κατά τύχη βρέθηκε δίπλα μας και μας την έδωσε την βίδα, το βάλαμε μπρος… δείχνει 14 V και τρέξαμε χοροπηδώντας να βάλουμε τα πράγματα μέσα και να συνεχίσουμε τον αγώνα. Η χαρά μας εκείνη την στιγμή, δεν περιγράφεται. Η κούραση, το ίδιο και ας ξεκίναγε μια μέρα με άλλα 550 χλμ με 10 ώρες οδήγηση. Θα τέλειωνε εκείνη η μέρα με περίπου 2600 χλμ σε 51 ώρες και με σύνολο 5 ώρες ύπνο, αλλά τουλάχιστον δεν θα τα παρατούσαμε και αυτό μας έδινε δύναμη.
Μπαίνουμε, λοιπόν, στην πρώτη ειδική της ημέρας (2η του αγώνα) και μπροστά από εμάς, στο GO, βλέπουμε να μπαίνει ένας κριτής, κουβαλώντας ιμάντες στο jeep της οργάνωσης και να ξεκινάει την ειδική μετά τον μπροστινό μας. Σκεφτόμαστε ότι κάποιος θα έφυγε, αλλά, ατάραχοι, οι κριτές συνέχισαν να δίνουν GO. Ετοιμαζόμαστε, λοιπόν, ξεκινάμε και φτάνουμε στο 4 χλμ, όπου έχουν σταματήσει 10 αυτοκίνητα γιατί ένα Escort (το οποίο ήταν τέλειο και το χάζευε όλη η παρέα) είχε γυρίσει ανάποδες στον πάγο και διαλύθηκε στα βράχια και είχε κάτσει κάθετα στο δρόμο, με αποτέλεσμα να κλείσει την ειδική. Αφού περιμέναμε κάνα 10λεπτο και βοηθήσαμε να ξεκολλήσει το Escort, ξεκινάμε νομίζοντας ότι θα ακυρωθεί η ειδική, αφού μπήκε και η οργάνωση μέσα. Σε λιγότερο από 500 μέτρα αρχίζουν να μας καβαλάνε τα επόμενα αυτοκίνητα που είχαν πάρει GO, γιατί οι κριτές εκεί δεν σταματάνε ποτέ ειδική και ούτε “παγώνουν” τα GO, και έτσι αρχίζουν να έρχονται όλοι καταπάνω μας. Εμείς, και οι άλλοι που είχαμε κολλήσει, αρχίζουμε να το παίρνουμε χαμπάρι ότι στο Μόντε δεν ακυρώνεται ποτέ ειδική και αρχίζουμε να τρέχουμε απελπισμένα μπας και σώσουμε κάτι. Τελειώνουμε την ειδική και πιάνουμε τον κριτή στο τέλος και του λέμε την ιστορία και μας απαντάει “εγώ δεν ξέρω τίποτα”. Βγαίνουν τα αποτελέσματα live και μας έχουν βάλει το μέγιστο, που είναι 20,000 πόντοι. Ε, εκεί τολμώ να πω ότι ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Αφού έχουμε κάνει τα πάντα να είμαστε μέσα στον αγώνα, γίνεται κάτι από σπόντα και μας ρίχνει στα τάρταρα της γενικής. Η στεναχώρια και η πίκρα δεν περιγράφονται και όσο πέρναγε η ώρα σκεφτόμασταν με τον Πέτρο ότι ποτέ η οργάνωση δεν έχει σταματήσει ειδική, πόσο μάλλον να ακυρώσει και έτσι απογοητευτήκαμε πλήρως. Συνειδητοποιήσαμε ότι λίγα λεπτά να μπαίναμε αργότερα, θα το είχαμε γλυτώσει το καπέλο.
Φτάνουμε με τα πολλά στο Βαλανς, κατά τις 19:00, και προσπαθούμε να βρούμε κάποιον της οργάνωσης να διαμαρτυρηθούμε αλλά που να βρεις ανάμεσα σε τόσο κόσμο και τι να του πεις. Πιάνουμε λοιπόν την κάμερα με την ειδική παραμάσχαλα και αρχίζουμε να λέμε το ποίημα σε όποιον βρίσκουμε μπας και τον πείσουμε (με την εικόνα της κάμερας) να κάνει κάτι. Στους πρώτους 5 που το είπαμε, δεν είχαν ιδέα και η απάντηση ήταν ότι “anything can happen inside the stage but we never close or cancel”. Άλλη μια πίκρα (είχα χάσει το μέτρημα πια…), ώσπου ο επόμενος official που συναντήσαμε μας λέει “το γνωρίζουμε το θέμα και άμα το γεγονός αυτό έχει επηρεάσει τουλάχιστον 20 αυτοκίνητα, τότε θα το συζητήσει στο Μονακό ο αλυτάρχης και θα αποφασίσει”. Έλα όμως που πόσα να ήμασταν κολλημένα; Πάνω κάτω καμιά 20αρια ήμασταν, όποτε ήταν αρκετά ή όχι;; Ζήσαμε κι άλλη αγωνία για καμιά ώρα και τελικά βγήκε bouletin ότι οι πόντοι της ειδικής μετά το ατύχημα δεν θα μετράνε για εμάς και μας τους αφαίρεσαν. Πέσαμε, λοιπόν, για ύπνο, γιατί πάλι στις 7:00 είχαμε εκκίνηση.
Η επόμενη μέρα, μας βρήκε σε δύσκολα σημεία, όπου, ενώ πηγαίναμε καλά, το ίδιο έκαναν και οι άλλοι και έτσι δεν μπορούσαμε να φάμε πολλές θέσεις. Τελείωσε και εκείνη η μέρα και η επόμενη που κατέληγε στο Μονακό. Μπορούσαμε να πάμε και καλύτερα, αλλά θα πιέζαμε πολύ τα λάστιχα μας και θα χάναμε τα καρφιά πριν τα βραδινά σκέλη. Ήδη, από τα λάστιχα, το 80% των καρφιών είχε φύγει. Το βράδυ, λοιπόν, ξεκίνησε το τελευταίο και νυχτερινό σκέλος με την Τουρινι, που φέτος μόνο η μια από τις δύο ειδικές ήταν απαιτητική και η άλλη σχετικά χαλαρή, και έτσι τελείωσε ο αγώνας για εμάς στην 55 θέση.
Κάποια συμπεράσματα:
Ο αγώνας είναι τρομερά δύσκολος για όλους. Για τον οδηγό, για τον συνοδηγό και για το αμάξι. Τα χιόνια (που μακάρι να έχει χιόνια, αλλιώς έχει τρελό πάγο) βάζουν περισσότερες δυσκολίες, για να μη κάνεις κάνα λάθος σε κάποια στροφή και σπάσεις το αυτοκίνητο και εγκαταλείψεις. Το να πηγαίνεις με 49 ΜΩΤ στον πάγο, θέλει τρομερή συγκέντρωση και από τα βίντεο στο youtube είναι φανερό ότι ο πάγος είναι πολύ χειρότερος από το χιόνι.Τα αυτοκίνητα σε αυτό τον αγώνα, δεν έχουν να κάνουν με τίποτα με regularity και ειδικά με originality. Όλα τα αυτοκίνητα, είναι πολύ φτιαγμένα για να βγάζουν τέτοιες επιδόσεις. Να αναφέρω ότι στην προτελευταία ειδική και στα ανηφορικά κομμάτια η Fulvia 1.2 έκανε καλύτερους χρόνους από έμενα που έχω +50 άλογα, καλύτερη ροπή και είμαι και -200 κιλά.
Ο αγώνας δεν βγαίνει χωρίς σέρβις, το οποίο να έχει και 4 σετ λάστιχα (πολλά χιόνια, λίγα χιόνια, βρόχινα, στεγνά). Ο Πάλμος, που είχε το σέρβις των υπολοίπων της παρέας, μου έλεγε ότι τα σέρβις που είχαν οι πρώτοι 50 δεν τα έχει ξαναδεί σε αγώνες και ούτε πέρναγε από το μυαλό ότι αγώνας regularity θα ήθελε τόσο βαρύ σέρβις.
Στο γκαλά στη συζήτηση με άλλον αγωνιζόμενο για το πώς καταφέρνει και πάει έτσι καλά μου, ανέφερε ότι η ομάδα του έχει έναν “λαγό”που τον στέλνει πριν ανοίξει η ειδική και δίνει αναφορά στην ομάδα τι λάστιχα θα χρειαστεί να βάλουν, και έτσι καταφέρνουν να έχουν πολύ περισσότερο grip στις συνθήκες αυτές και βγάζουν πολύ καλύτερους χρόνους στα δύσκολα κομμάτια.
Είναι πάρα, μα πάρα πολύ δύσκολο να πιάσεις σε επιδόσεις την πρώτη δεκάδα. Πιστεύω ότι δεν πρόκειται να γίνει πότε. Μιλάμε για ανθρώπους με τρομερό επίπεδο που για κάποιο λόγο είναι ανίκητοι. Βλέπαμε στις τελευταίες 4 ειδικές η κατάταξη να μην έχει αλλάξει και όλοι να κάνουν υπερεπιδόσεις. Δεν είναι καθόλου εύκολο να βγάλεις 0, γιατί η οργάνωση δεν σου δίνει τα μέτρα της ειδικής. Δηλαδή σου λέει η αρχή είναι αυτή και το τέλος αυτό και η συνολική απόσταση είναι 45.86 χλμ. Αυτό. Τίποτα άλλο. Roadbook δεν υπάρχει και αγοράζεις από κάποιον άλλον που έχει κάνει άλλα περάσματα με άλλα μετρά. Οπότε προσπαθείς να είσαι τέλειος, δηλαδή 0, χωρίς να ξέρεις τα μέτρα, χωρίς να βλέπεις κριτές, γιατί είναι δορυφορικά και χωρίς να έχεις ξαναοδηγήσει, τουλάχιστον εκεί, για να ξέρεις λίγο τον δρόμο, με ΜΩΤ 49 χλμ στα χιόνια και τον πάγο. Να φανταστεί κανείς, ότι στον ΣΙΣΑ προσπαθούμε να βγάλουμε 0 και βλέπουμε την γραμμή, βλέπουμε την κορίνα, βλέπουμε τον κριτή και πάμε με ταχύτητα 10 χλμ/ώρα και πάλι δεν μπορούμε να βγάλουμε το 0 εύκολα. Οπότε πώς θα το κάνεις όταν δεν ξέρεις τα μέτρα, δεν βλέπεις τον κριτή και έχεις και τα χιόνια/πάγο;
Στην ερώτηση που έκανα σε έναν άλλο Ιταλό που είναι στην δεκάδα, μου λέει ότι η ομάδα του έχει 2 λαγούς, ο ένας περνάει πρωί πρωί και ο άλλος περνάει αφού περάσουν 150 αυτοκίνητα, ώστε να ενημερώσει την ομάδα αν άλλαξαν οι συνθήκες της ειδικής για τα ελαστικά. Στη συνέχεια, μου ανέφερε ότι θέλει τουλάχιστον 5-6 μέρες να αφιερώσεις για να καλιμπράρεις όλες τις ειδικές και να τις έχεις με άλλο καλιμπράρισμα όταν έχει άσχημο καιρό και άλλο όταν έχει στεγνό. Φανταστείτε ότι όταν η ειδική είναι 45 χλμ, μπορείς εύκολα με κοψίματα, και άλλα διάφορα, να προσθέσεις ή να αφαιρέσεις μέχρι και 700-800 μέτρα, δηλαδή ολόκληρο λεπτό λάθος.
Είναι άλλο επίπεδο ο αγώνας και ειδικά στην πρώτη 20αδα είναι πολύ δύσκολο να μπεις. Πιστεύω ότι είναι μερικοί αγώνες, όπως αυτός και το Mille Miglia, που η διάκριση είναι άπιαστο όνειρο. Όσο και να το παλεύουμε, είναι ακατόρθωτο να διακριθούμε, γιατί υπάρχουν άλλοι που έχουν αφιερώσει τα πάντα για την διάκριση και δεν λογαριάζουν ούτε χρόνο ούτε τα έξοδα.
Κατά τ’άλλα είναι ένας φοβερός αγώνας γεμάτος συναρπαστικές εμπειρίες. Ήθελα να τα γράψω όλα αυτά, για να περιγράψουμε πως περάσαμε πέρα από τα αποτελέσματα και να θυμόμαστε την επιμονή μας να τερματίσουμε τον αγώνα.
bonus video: Συνοδηγός εκτός εαυτού!…
Κανένα σχόλιο ακόμα!
Κάνε το πρώτο σχόλιο